Πάνω από 2.350 άτομα στερούνται οποιαδήποτε πρόσβαση σε φαγητό με έσχατη ελπίδα να ενταχθούν στο πρόγραμμα Food for All
Περίπου 500 οικογένειες, στην πλειονότητά τους γυναίκες με ένα, δύο ή τρία παιδιά και μονογονεϊκές οικογένειες, συνολικά περισσότεροι από 2.350 άνθρωποι στερούνται την πρόσβαση σε τροφή και βρίσκονται σήμερα στην αναμονή για να ενταχθούν στο πρόγραμμα διατροφικής επιβίωσης ευάλωτων μεταναστών και προσφύγων Food for All, που υλοποιούν το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών και η οργάνωση Intersos.
Όπως τονίστηκε χτες, σε συνέντευξη Τύπου στα γραφεία του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών, περισσότεροι από τους μισούς ανθρώπους της λίστας αναμονής είναι παιδιά, το ένα στα τρία σε ηλικία κάτω των τεσσάρων ετών, ενώ τα στοιχεία αυτά αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου της επισιτιστικής ανασφάλειας, μιας πραγματικότητας που βρίσκεται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά είναι ιδιαιτέρως σοκαριστική και ανησυχητική.
Οι διαπιστώσεις από τον ενάμιση χρόνο λειτουργίας του προγράμματος, είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικές.
Το πρόγραμμα έχει εξυπηρετήσει 1.979 οικογένειες, συνολικά 5.932 άτομα, εκ των οποίων τα 2.932 είναι παιδιά, το ένα στα τρία σε ηλικία κάτω των τεσσάρων ετών. Το 70% όσων απευθύνθηκαν στο πρόγραμμα δεν είχαν τακτική πρόσβαση σε φαγητό, περίπου το 18% δεν είχαν καθόλου πρόσβαση και περίπου το 60% είχαν πρόσβαση μόνο από μία έως τρεις φορές την εβδομάδα.
Χαρακτηριστικό της ραγδαίας επιδείνωσης του προβλήματος είναι ότι τον Οκτώβριο του 2021, όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα εν μέσω πανδημίας, απευθυνόταν σε 45 οικογένειες στις οποίες διέθετε τα τρόφιμα του μήνα και σε 70 άτομα στα οποία παρείχε κουπόνια γευμάτων σε εστιατόρια. Σήμερα εξυπηρετεί 130 οικογένειες σε μηνιαία βάση και έχει φτάσει στα όριά του, αδυνατώντας να ανταποκριθεί στις όλο και πιο αυξημένες και επείγουσες ανάγκες.
H Αντλα Σασάτη από το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών απέδωσε την επιδείνωση στη συνέχιση της πανδημίας, που άφησε ξαφνικά χωρίς εισόδημα πολλούς πρόσφυγες και μετανάστες, ιδίως όσους εργάζονταν σε μαύρη εργασία ή δεν είχαν καταφέρει λόγω γραφειοκρατικών κωλυμάτων και καθυστερήσεων να ανανεώσουν τις άδειες διαμονής ή να παρατείνουν την ισχύ τους, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανοίξουν τραπεζικό λογαριασμό, να βρουν εργασία ή να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες.
Το πρόβλημα έγινε χειρότερο με τη δραματική άνοδο των τιμών μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και με το κλείσιμο του προγράμματος φιλοξενίας προσφύγων σε διαμερίσματα, το γνωστό ESTIA, όπως και με το κλείσιμο των προσφυγικών δομών του Ελαιώνα, του Σκαραμαγκά και άλλων, που άφησε πολλούς πρόσφυγες άστεγους ή σε κατάσταση επισφαλούς στέγης. «Το κριτήριο είναι αν έχει κανείς νομιμοποιητικά έγγραφα. Οσοι έχουν χαρτιά είναι τυχεροί. Οσοι δεν έχουν ή όσοι βρίσκονται σε αναμονή βρίσκονται στην πιο δύσκολη κατάσταση», σημείωσε η κ. Σασάτη.
Η Ματίνα Σταματιάδου, υπεύθυνη του προγράμματος, σημείωσε ότι την πρώτη περίοδο δεχόταν τηλεφωνήματα από διευθυντές σχολείων που αναφέρονταν σε λιποθυμίες μαθητών τις Δευτέρες, καθώς είχε προηγηθεί ένα Σαββατοκύριακο χωρίς το κολατσιό που προσέφερε τα πρωινά το σχολείο, όπως και για έγκυες γυναίκες που έρχονταν στο πρόγραμμα χωρίς δόντια «γιατί, όπως είναι γνωστό, το παιδί τρώει τη μάνα».
«Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα μιλάμε για σοβαρή επισιτιστική ανασφάλεια, δεν είναι απλά πείνα. Μιλάμε για γυναίκες και κορίτσια που εκδίδονται για λίγα ευρώ για να θρέψουν τον εαυτό τους και την οικογένειά τους. Μιλάμε για ανθρώπους που δεν αναπτύσσονται ψυχικά και σωματικά λόγω του υποσιτισμού, κάτι που θα έχει αναπόφευκτα επιπτώσεις και στην καθημερινότητα στη χώρα. Είναι άνθρωποι αόρατοι, πίσω από φράκτες σε δομές, αλλά και ανάμεσά μας στις πόλεις», σημείωσε ο Απόστολος Βεΐζης από την Intersos.
Επιπλέον, συζητήθηκαν τα πολλαπλά προβλήματα υγείας που προκαλεί ο υποσιτισμός, ιδίως τη στιγμή που είναι ελλιπέστατες, αν όχι ανύπαρκτες, οι ιατροφαρμακευτικές υπηρεσίες στις οποίες έχουν πρόσβαση οι ευάλωτοι πρόσφυγες και μετανάστες.
Στις πολιτικές που αφήνουν τους ανθρώπους μετέωρους και στην απουσία πολιτικών ένταξης στην ελληνική κοινωνία αναφέρθηκε ο Βασίλης Κερασιώτης από τη HIAS. «Οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες ζουν σε αρκετά δύσκολες συνθήκες, θα περίμενε κανείς να είμαστε σε ένα στάδιο ενσωμάτωσης και όχι ενός διαρκούς αγώνα από την αρχή για αυτά που προβλέπονται αλλά δεν παρέχονται», υπογράμμισε.
«Οι βασικές υπηρεσίες που προσφέρει το κράτος είναι μη προσβάσιμες ή ελλιπείς. Είναι προφανές ότι αποτελεί ρητή και συνειδητή επιλογή, δεν γίνεται ούτε κατά λάθος ούτε λόγω οικονομικής κρίσης ή αδυναμίας του κράτους. Το κράτος επιλέγει να αποκλείει τους ανθρώπους, αυτό που ονομάζουμε αποτροπή, ένας ευγενικός όρος που αναφέρεται στη συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης να κάνει τη ζωή των ανθρώπων δύσκολη», σημείωσε ο Λευτέρης Παπαγιαννάκης από το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες.
Πηγή:efsyn.gr