«Δεν υπάρχει τίποτα πιο καλλιτεχνικό από το να αγαπάς κάποιον»
Εν ζωή, το έργο του δεν σημείωσε επιτυχία ούτε ο ίδιος αναγνωρίστηκε ως σημαντικός καλλιτέχνης. Ωστόσο, μετά το θάνατό του, η φήμη του εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα και σήμερα αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους όλων των εποχών.
Ο Ολλανδός ζωγράφος Βίνσεντ Βαν Γκογκ με τον περιπετειώδη βίο και το τραγικό τέλος είναι μια θρυλική μορφή στην ιστορία της τέχνης. Η επίδρασή του στα μεταγενέστερα κινήματα του εξπρεσιονισμού, του φωβισμού αλλά και γενικότερα της αφηρημένης τέχνης, θεωρείται καταλυτική.
Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ γεννήθηκε στις 30 Μαρτίου 1853 στο Ζίντερτ της Νότιας Ολλανδίας. Δούλεψε αρχικά σε μια εταιρία εμπορίου πινάκων, στη συνέχεια έγινε δάσκαλος στην Αγγλία, ιεραπόστολος στους μεταλλωρύχους στο Βέλγιο, και τελικά το 1880, ζωγράφος.
Το 1886, έφυγε από την Ολλανδία και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου και έζησε μαζί με τον αδελφό. Εντυπωσιασμένος από το έργο και την προσωπικότητα των ζωγράφων, ο Βαν Γκογκ συνέλαβε την ιδέα ενός «εργαστηρίου του Νότου», όπου θα δούλευαν από κοινού οι πρωτοπόροι καλλιτέχνες της εποχής. Το 1888 εγκαταστάθηκε στο Αρλ, αλλά ο μόνος ζωγράφος που πείστηκε να τον ακολουθήσει ήταν ο Γκογκέν.
Ένας άγριος καυγάς ανάμεσα στους δύο τους, προκάλεσε την πρώτη του κρίση τρέλας, κατά τη διάρκεια της οποίας έκοψε το αυτί του. Μόλις 2 χρόνια αργότερα, στα 37 του χρόνια, έχοντας πουλήσει μόνο έναν πίνακα ως τότε και πάσχοντας από βαριά κατάθλιψη, αυτοπυροβολείται στο στομάχι και πεθαίνει δύο ημέρες αργότερα, στις 29 Ιουλίου του 1890.
Μέσα σε σχεδόν μια δεκαετία ο Βαν Γκογκ ζωγράφισε 2.100 πίνακες, μεταξύ αυτών και 860 ελαιογραφίες, τις περισσότερες στα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του. Το έργο του περιλαμβάνει τοπία, νεκρές φύσεις, πορτρέτα και αυτοπροσωπογραφίες.
Τα δυόμισι τελευταία χρόνια της ζωής του, ζωγράφισε εκατοντάδες πίνακες, ανάμεσα στους οποίους και τα πασίγνωστα έργα του «Αυτοπροσωπογραφία», «Ηλιοτρόπια», «Νύχτα με άστρα».
«Η επιτυχία είναι μερικές φορές το αποτέλεσμα μιας ολόκληρης σειράς αποτυχιών», έχει γράψει ο Βίνσεντ βαν Γκογκ.