H βασιλόπιτα είναι το γλύκισμα – σύμβολο της Πρωτοχρονιάς και συνδέεται με την εορτή του Αγίου Βασιλείου, από τον οποίο πήρε το όνομά της
Το έθιμο της βασιλόπιτας, όπως και άλλα του Δωδεκαημέρου (Χριστούγεννα – Θεοφάνεια), ανάγεται στα ρωμαϊκά «Σατουρνάλια», που αποτελούν συνέχεια των Ελληνικών «Κρονίων». Κατά τη διάρκειά τους, προσφέρονταν ως δώρα καρποί και πίτες μέσα σε χρυσά φύλλα. Μπορεί να σχετιστεί και με τον εορταστικό άρτο της ελληνικής αρχαιότητας, που προσφερόταν στους θεούς, ιδίως στα «Θαλύσια» και τα «Θαργήλια».
Στην χριστιανική παράδοση, το έθιμο της βασιλόπιτας συναντάται στην Καππαδοκία, όπου ο έπαρχος της Καππαδοκίας πηγαίνοντας να εισπράξει φόρους με άγριες διαθέσεις, δημιούργησε πανικό στους κατοίκους οι οποίοι ζήτησαν την προστασία του επισκόπου τους, Αγίου Βασιλείου. Αυτός τους είπε να συγκεντρώσουν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που είχαν για να τα προσφέρουν στον έπαρχο, ο οποίος ωστόσο έφυγε χωρίς να πάρει τίποτε. Ήταν παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Καθώς η επιστροφή των αντικειμένων στους κατόχους τους ήταν πρακτικά αδύνατη, με προτροπή του αγίου ζυμώθηκαν μικρές πίτες και μέσα σ’ αυτές τοποθετήθηκε από ένα πολύτιμο αντικείμενο. Αφού έγινε η διανομή, σαν από θαύμα, έτυχε στον καθένα ό,τι είχε δώσει. Από τότε, σύμφωνα με την παράδοση, κάνουμε στη γιορτή του Αγίου Βασιλείου πίτες με νομίσματα (φλουρί).
Νεότερες παραλλαγές αυτής της παράδοσης από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία παρουσιάζουν τον Άγιο Βασίλειο να κερδίζει τον εισπράκτορα των φόρων σε χαρτοπαίγνιο και στη συνέχεια να γίνεται η διανομή με μικρά ψωμιά ή με μια μεγάλη πίτα.
Τη βρίσκουμε με πολλές μορφές και διάφορους τρόπους παρασκευής, σ’ όλα τα ελληνικά σπίτια. Ζυμώνεται συνήθως με αλεύρι, βούτυρο, αυγά, ζάχαρη και γάλα, και συνήθως πάνω στην επιφάνειά της γράφεται ο αριθμός του νέου έτους με λευκά αμύγδαλα, σοκολάτα ή ζάχαρη.
Μέσα στο ζυμάρι τοποθετείται ένα νόμισμα, που όποιος το βρει κατά το μοίρασμα της βασιλόπιτας, είναι ο τυχερός της χρονιάς. Σε κάποιες αγροτικές περιοχές αντί για νόμισμα τοποθετούσαν παλαιότερα ένα κομματάκι άχυρο, κλήμα ή κλώνο ελιάς, ανάλογα με την παραγωγή της περιοχής, και όποιος το έβρισκε σήμαινε πως θα είχε καλή σοδειά κατά τη διάρκεια του χρόνου.
Η βασιλόπιτα κόβεται και μοιράζεται με εθιμικό τελετουργικό τη νύχτα της παραμονής του νέου χρόνου ή ανήμερα την Πρωτοχρονιά. Το γενικό πρόσταγμα έχει ο νοικοκύρης του σπιτιού, που αφού σταυρώσει την βασιλόπιτα, κόβει και μοιράζει τα κομμάτια της πίτας στα μέλη της οικογένειάς του και τους τυχόν φιλοξενούμενους, ενώ ιδιαίτερα κομμάτια ξεχωρίζονται για τον Χριστό, την Παναγία, τον Άγιο Βασίλειο, το σπίτι και τους ξενιτεμένους της οικογένειας.