Συγγραφέας, φεμινίστρια, ακτιβίστρια, συνοδοιπόρος ζωής του υπαρξιστή φιλοσόφου Ζαν Πολ Σαρτρ


 

Η Σιμόν Λουσία Ερνεστίν Μαρία Μπερτράν ντε Μποβουάρ γεννήθηκε στις 9 Ιανουαρίου του 1908, στο Παρίσι. Σπούδασε μαθηματικά, λογοτεχνία, ξένες γλώσσες και φιλοσοφία στη Σορβόννη, εντυπωσιάζοντας τους πάντες τόσο με την γοητεία της όσο και με το μυαλό της.

Το 1930 συνάντησε τον συμφοιτητή της Ζαν Πολ Σαρτρ (1905-1980), με τον οποίο δημιούργησε μία ελεύθερη σχέση, που κράτησε για όλη τους τη ζωή. Από το 1931 έως το 1943 δίδαξε φιλοσοφία στη μέση εκπαίδευση και τον Οκτώβριο του 1945 εξέδωσε μαζί με τον Σαρτρ το μηνιαίο περιοδικό λογοτεχνικής και πολιτικής κριτικής «Temps Modernes» («Μοντέρνοι Καιροί»).

Έγραψε για τις γυναίκες με μοναδικό τρόπο, με πιο διάσημο βιβλίο της, το εμβληματικό «Δεύτερο Φύλο» που εξέδωσε το 1949. 

«Είναι ενοχλητικό όταν κατά τη διάρκεια μίας αόριστης συζήτησης ακούμε έναν άντρα να λέει: σκέφτεσαι έτσι επειδή είσαι γυναίκα», γράφει στο βιβλίο. «Γνωρίζω ότι η μόνη μου άμυνα είναι να απαντώ: “σκέφτομαι έτσι επειδή αυτή είναι η αλήθεια”. Με αυτήν την απάντηση μειώνω την υποκειμενικότητα της άποψής μου που θεωρείται δεδομένη λόγω του φύλου μου. Δεν θα είχε νόημα κι εγώ να απαντήσω: “κι εσύ σκέφτεσαι έτσι όπως σκέφτεσαι επειδή είσαι άντρας”, διότι αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι το να είσαι άντρας δεν αποτελεί κάτι ιδιαίτερο».

Πρόκειται για μία εμπεριστατωμένη έκκληση για την κατάργηση εκείνου που αποκαλούσε μύθο του «αιώνιου θηλυκού». Τη δεκαετία του ’60 το βιβλίο αυτό θεωρήθηκε ένα από τα κλασσικά έργα της φεμινιστικής λογοτεχνίας και βρισκόταν για πολλά χρόνια στη λίστα του Βατικανού με τα απαγορευμένα βιβλία. Η ντε Μποβουάρ υποστηρίζει ότι τα βασικά δικαιώματα του ατόμου πρέπει να στηρίζονται στην ισότητα δικαιωμάτων του άνδρα και της γυναίκας, ανεξάρτητα από τη σεξουαλικότητά τους.

Από το λογοτεχνικό της έργο, ξεχωρίζει το μυθιστόρημα οι «Μανδαρίνοι» (1954), που κέρδισε το βραβείο Γκονκούρ και αναφέρεται στην προσπάθεια μιας ομάδας διανοουμένων μετά τον πόλεμο να εγκαταλείψουν την κοινωνική θέση των «μανδαρίνων» (της μορφωμένης ελίτ) και να αναλάβουν πολιτική δράση.

Ένα μεγάλο μέρος του συγγραφικού της έργου είναι αφιερωμένο σε αυτοβιογραφικά κείμενα, που εκτός από το προσωπικό ενδιαφέρον, αποτελούν ένα πορτρέτο της πνευματικής ζωής της Γαλλίας, από τη δεκαετία του ’30 έως τη δεκαετία του ’70.

Η Σιμόν Ντε Μποβουάρ πέθανε στις 14 Απριλίου του 1986 από πνευμονία και θάφτηκε δίπλα στον Σαρτρ στο Κοιμητήριο Montparnasse του Παρισιού.

Τα αποφθέγματά της είναι διάσημα ακόμα και σήμερα:

Μία γυναίκα νιώθει πως γέρασε, από τη στιγμή που οι άλλοι παύουν να την κακολογούν.

Το να κερδίσεις έναν άντρα είναι τέχνη. Το να τον κρατήσεις είναι επάγγελμα.

Κάποιες μέρες ο Θεός μοιάζει τόσο μακρινός, που μοιάζει απών.

Δεν γεννιέσαι γυναίκα. Γίνεσαι.

Είναι τα γηρατειά μάλλον παρά ο θάνατος που είναι το αντίθετο της ζωής.

Τα γεράματα είναι η παρωδία της ζωής, ενώ ο θάνατος μετατρέπει τη ζωή σε πεπρωμένο.

Αν θέλει να ξεχάσει κανείς μπορεί, πρέπει όμως, να θέλει.

Τους αρέσει να σκοτώνουν το χρόνο τους περιμένοντας το χρόνο να τους σκοτώσει.

Το παρόν δεν είναι ένα εν δυνάμει παρελθόν. Είναι η στιγμή της επιλογής και της δράσης.

Η ομορφιά έχει να πει ακόμα πιο λίγα και από την ευτυχία.

Η μοιρολατρία θριαμβεύει επάνω σ’ αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτήν.

Άλλαξε τη ζωή σου σήμερα. Μη στοιχηματίζεις στο μέλλον, ενέργησε τώρα χωρίς καθυστέρηση.

 

 

 

 

 

 


ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ